Ηροδότου Ιστορίες: Ουρανία 

Έπαθλο στεφάνι, όχι χρήμα

26. ……Οι Πέρσες λοιπόν τους έφεραν μπροστά στο βασιλιά και ρωτούσαν να μάθουν για τους Έλληνες, με τι καταγίνονταν· κι εκμέρους όλων ένας τους υπέβαλε αυτή την ερώτηση. Κι οι άλλοι τους αποκρίθηκαν πως γιορτάζουν τα Ολύμπια κι απολαμβάνουν το θέαμα αγωνισμάτων και ιπποδρομιών. Κι ο άλλος τούς έκανε μια δεύτερη ερώτηση, ποιό βραβείο έχει αθλοθετηθεί για τους αγώνες αυτούς· κι εκείνοι αποκρίθηκαν, το στεφάνι από ελιά που δίνεται στο νικητή. Τότε ο Τριτανταίχμης, ο γιος του Αρταβάνου, με το να πει γνώμη γνήσιου ευπατρίδη, χαρακτηρίστηκε από τον βασιλιά δειλός. Γιατί, ακούοντας πως το έπαθλο ήταν στεφάνι κι όχι χρήματα, δεν μπόρεσε να κρατήσει το στόμα του κλειστό και είπε έτσι που να τον ακούν όλοι τα εξής: «Μαρδόνιε, Μαρδόνιε, με τί  άνδρες μάς έφερες να δώσουμε μάχη! Με άντρες που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για να δείξουν τη λεβεντιά τους».

Πυρπόληση Ακρόπολης

53. Κάποια ώρα όμως οι βάρβαροι μες στην αμηχανία τους ανακάλυψαν τελοσπάντων κάποια είσοδο· γιατί, σύμφωνα με τον χρησμό του θεού, έπρεπε όλη η στεριά της Αττικής να πέσει στα χέρια των Περσών. Λοιπόν από τη μεριά της Ακρόπολης που βλέπει στην πόλη, και που βρίσκεται στο αντίθετο μέρος από τις πύλες και τον ανηφορικό δρόμο που φέρνει στο ναό, όπου κανένας δε φρουρούσε ούτε θα το περίμενε ποτέ, εκεί όπου βρίσκεται ο ναός της Αγλαύρου, της θυγατέρας του Κέκροπος, από εκεί ανέβηκαν μερικοί, κι ας ήταν ο τόπος γκρεμός. Κι όταν οι Αθηναίοι τους είδαν να έχουν ανεβεί, άλλοι έπεφταν από το τείχος κάτω στο γκρεμό και σκοτώνονταν κι άλλοι κατέφευγαν στο σηκό του ναού. Κι οι Πέρσες που είχαν ανεβεί πρώτα τράβηξαν γραμμή προς τις πύλες κι αφού τις άνοιξαν σκότωναν τους ικέτες της θεάς· κι όταν όλους τους έστρωσαν καταγής, σύλησαν το ναό και παρέδωσαν στις φλόγες όλη την Ακρόπολη.

Αδείμαντος εναντίων Θεμιστοκλή

59. ……Κι ενώ αυτός αγόρευε, ο στρατηγός της Κορίνθου Αδείμαντος, ο γιος του Ωκύτη, είπε: «Θεμιστοκλή, στους αγώνες, αυτούς που ξεκινούν πριν δοθεί το παράγγελμα, τους δίνουν μια με το ραβδί». Κι αυτός, απολογούμενος, είπε: «Όμως κι αυτοί που μένουν παραπίσω χάνουν το στεφάνι της νίκης»

Αρτεμισία

88. Και κοντά σ’ αυτή την καλοτυχία της, να γλιτώσει απ’ την καταδίωξη και τον καταποντισμό, η τύχη τής πρόσφερε κι άλλο καλό: απ’ αυτή την κακή πράξη της ν’ ανέβει πάρα πολύ η εκτίμηση του Ξέρξη στο πρόσωπό της. Πράγματι, λένε πως ο βασιλιάς παρακολουθώντας τη ναυμαχία αντιλήφτηκε το καράβι της να καρφώνει το έμβολό του σ’ άλλο, οπότε κάποιος από τη συνοδεία του είπε: «Άρχοντά μου, βλέπεις πόσο λαμπρά αγωνίζεται η Αρτεμισία και καταβύθισε εχθρικό καράβι;» Και, πως εκείνος ρώτησε αν στ’ αλήθεια το κατόρθωμα είναι της Αρτεμισίας, κι οι άλλοι του είπαν «ναι», καθώς γνώριζαν καλά το σήμα της πλώρης του καραβιού της· κι όσο για το βυθισμένο, πίστευαν πως ήταν εχθρικό. Μάλιστα, κοντά στ’ άλλα που, όπως έχω πει, της βγήκαν σε καλό, η καλή της τύχη το έφερε να μη σωθεί κανένας απ’ το καράβι των Καλυνδίων και να βγει να την κατηγορήσει. Και λεν πως ο Ξέρξης ακούοντας αυτά είπε: «Να που μου έγιναν οι άντρες γυναίκες κι οι γυναίκες άντρες». Αυτή τη φράση την αποδίδουν στον Ξέρξη.

Ο Μαρδόνιος στέλνει τον Αλέξανδρο για διαπραγματεύσεις

136. Κι ο Μαρδόνιος, αφού διάβασε τους χρησμούς, ό,τι τέλος πάντων έλεγαν αυτοί, έστειλε κατόπιν αγγελιοφόρο στην Αθήνα τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα, τον γιο του Αμύντα, επειδή από τη μια συνδεόταν με συγγένεια με τους Πέρσες (συγκεκριμένα, την αδερφή του Αλεξάνδρου, τη Γυγαίη, θυγατέρα του Αμύντα, την παντρεύτηκε ο Πέρσης Βουβάρης, κι αυτή του χάρισε τον Αμύντα που έζησε στην Ασία έχοντας τ’ όνομα του παππού του απ’ το μέρος της μητέρας του· σ’ αυτόν ο βασιλιάς έκανε δώρο τα εισοδήματα μιας μεγάλης πόλης της Φρυγίας, των Αλαβάστρων)· κι από την άλλη έστελνε ο Μαρδόνιος στους Αθηναίους τον Αλέξανδρο, γιατί τον πληροφόρησαν πως ήταν πρόξενος και ευεργέτης της πόλης τους. Γιατί πίστευε πως έτσι έχει τις μεγαλύτερες πιθανότητες να προσθέσει στους συμμάχους του τους Αθηναίους, ακούοντας πως και βέβαια ήταν λαός πολυάριθμος και γενναίος, όπως επίσης ήξερε τα παθήματα που τους βρήκαν στη ναυμαχία ήταν προπάντων των Αθηναίων κατόρθωμα. Είχε λοιπόν βάσιμες ελπίδες πως, αν τους πάρει στη συμμαχία του, θα επικρατούσε εύκολα στη θάλασσα- και σ’ αυτό δεν έπεφτε έξω- ενώ στο πεζικό πίστευε πως είχε μεγάλη υπεροχή· και λογάριαζε πως μ’ αυτό τον τρόπο οι δυνάμεις του θα έβαζαν κάτω τις ελληνικές· δεν αποκλείεται μάλιστα και οι χρησμοί αυτό το μήνυμα να του έστειλαν, συμβουλεύοντάς τον να κάνει συμμάχους τους Αθηναίους· λοιπόν τους άκουσε κι έστελνε τον αγγελιοφόρο του.

Προηγούμενο κείμενο Εκτύπωση κειμένου Επόμενο κείμενο